Η γαλανόλευκος! Μέσα μου θάλασσα! Μέσα μου τίποτα! Ζήτω! Καταστρέφω ότι με πλησιάζει και το πετάω στα σκουπίδια με την υπόκρουση κλαρίνου και με τις μυρωδιές παραδοσιακώνε εδεσμάτωνε από το Πιτ Παζάρ της Θεσσαλονίκης. Η παρθένα συνομήλικη του ξάδερφού μου του Τάσου μου την έπεσε από κοντά και δεν λέει να ξεκολλήσει. Θα τη χτυπήσω την επόμενη φορά που θα μου πει ότι με ερωτεύτηκε για να της αποδείξω την αξία της σιωπής. Άσε με κούκλα μου έχουμε και δουλειές! Μην ξεχάσω! Σιγά μην ξεχάσω! Ξεχνιούνται αυτά; Θα το θυμάμαι όσο ζω, γιατί από εκεί και ύστερα δεν νομίζω. Πάνω από το κεφάλι μου ανεμίζει ανέμελη η γαλανόλευκος και ένας μικρός τσολιάς με ένα λεκέ στη μούρη μου χαμογελούσε σαν άβγαλτο μαθητούδι της πρώτης γυμνασίου που πιστεύει ότι τα μωρά άλλες φορές τα φέρνει ο πελαργός και άλλες οι Αμερικάνοι μέσα σε μαύρες σακούλες! Μη μου μιλάς καθόλου, σου έχω νεύρα! Τι να σου πω καημένη…Δεν ντρέπεσαι καθόλου; Εγώ δεν ντρέπομαι. Εγώ πίνω την κοκα κολα μου και ρεμβάζω στο μικρό σου μπαλκόνι τα γειτονικά μπαλκόνια της γκόμενας που έτυχε να αγνοεί την ύπαρξη μου και συνουσιαζόταν ανέμελη κι αυτή με το τηλεκοντρόλ της τηλεόρασης την ώρα που ο ΑΝΤ1 έδειχνε Αποδείξεις. Ωραίος τρόπος να με χωρίσεις. Πες μου με θες; Πες καλέ! Δεν θα το πω πουθενά. Μυστικό θα είναι. μια στιγμή με καλούν. Πάλι η σπιτονοικοκυρά μου είναι. Η μάνα μου δηλαδή. Μια στιγμή μιλάω. Μιλάω λέμε…Α! «Ξέρω τι έκανες πέρσυ την Τσικνοπέμπτη». Θα το βγάλω στους σινεμάδες να κονομίσω κανέναν οβολό και να μην νοιώθω άβολα. Κουλίτσε θα σου πω αντίο. Σε βαρέθηκα λιγάκι. Δεν μου κάνεις και τίποτα διαφορετικό. Όλο τα ίδια και τα ίδια σε βαρέθηκα. Κάνε μου κάτι βρώμικο. Χώσε μου το πόδι σου στο στόμα μου! Κάτι βρώμικο. Όχι πολύ. Έλα ρε Κουλίτσα…κάτι να έχω να θυμάμαι. Τι θα θυμάμαι, τον καφέ που ήπιαμε στο Μοναστηράκι και μετά έφυγες με εκείνον τον ψηλό τα φαντάρο; Κάνε κάτι βρώμικο….
Τετάρτη 5 Μαρτίου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου